- ἐγγόνους
- ἔγγονοςgrandsonmasc/fem acc plἔγγονοςgrandsonmasc/fem acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… … Dictionary of Greek
Βέριος Φλάκος, Μάρκος — (Marcus Verrius Flaccus, 1ος αι. π.Χ.). Απελεύθερος της εποχής του Αυγούστου, γραμματικός και δάσκαλος. Ο Αύγουστος τον διόρισε παιδαγωγό για τους εγγονούς του. Έγραψε πολλά βιβλία αρχαιολογικού περιεχομένου, αλλά έγινε γνωστός για τη μεγάλη του… … Dictionary of Greek
Παλαιολόγος — I Επώνυμο μεγάλης βυζαντινής οικογένειας από την οποία προέρχεται και η δυναστεία των Παλαιολόγων. Πολλά μέλη της έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ιστορική πορεία της αυτοκρατορίας. Από αυτά γνωστότερα είναι: 1. Νικηφόρος. Στρατηγός και υπέρτιμος.… … Dictionary of Greek
Πινιατώρος — Επώνυμο κεφαλονίτικης οικογένειας, γενάρχης της οποίας αναφέρεται ο Γεώργιος Π. από τη Σικελία (1445 – 1524), που γύρω στο 1500 μετανάστευσε στην Κεφαλονιά. Μέλη της οικογένειας αυτής πολέμησαν εναντίον των Τούρκων στην Κρήτη. Σπουδαιότεροι από… … Dictionary of Greek
Σαξονία — (Sachsen). Ιστορική περιοχή της κεντρικής Γερμανίας. Συνορεύει με την Τσεχοσλοβακία προς ΝΑ, με την Κάτω Σαξονία και τη Βαυαρία, αντίστοιχα προς ΒΔ και προς ΝΔ, με το Βρανδεμβούργο προς ΒΑ, με τη Σιλεσία (που σήμερα είναι σχεδόν ολόκληρη… … Dictionary of Greek
Φηγεύς (-έας) — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Αλφειού, βασιλιάς και ιδρυτής της αρκαδικής Φηγείας. Όταν ο Αλκμέων σκότωσε τη μητέρα του, κατέφυγε στον Φ., που του έδωσε για σύζυγο την κόρη του Αρσινόη ή Αλφεσίβοια. Σκοτώθηκε από τους εγγονούς του μαζί… … Dictionary of Greek